Zajrzeć στα ελληνικά

Μετάφραση: zajrzeć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναφέρομαι, παραπέμπω, ματιά, κοιτάζω, βλέμμα, κοιτάξτε, εξετάσουμε
Zajrzeć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dotykowy στα ελληνικά - απτός, αφής, ανάγλυφη, απτική, απτικής
  • eksternista στα ελληνικά - extern
  • geologicznie στα ελληνικά - γεωλογικά, γεωλογικούς σχηματισμούς, γεωλογική, γεωλογικής, σε γεωλογικούς σχηματισμούς
  • gnuśny στα ελληνικά - τεμπέλης, νωχελής, αργόσχολος, άνεργος, αδρανής, άτονος, δυσκίνητος, ...
Τυχαίες λέξεις
Zajrzeć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναφέρομαι, παραπέμπω, ματιά, κοιτάζω, βλέμμα, κοιτάξτε, εξετάσουμε