Λέξη: ουρά

Σχετικές λέξεις: ουρά

ουρά μοσχαρίσια, ουρά του αλόγου, ουρά σκύλου, ουρά χαρταετού, ουρά αγγλικά, ουρά μοσχαρίσια συνταγές, ουρά μόσχου, ουρά εκτύπωσης, ουρά αναμονής, ουρά μοσχαριού συνταγή

Συνώνυμα: ουρά

σύνθημα, στέκα, νύξη, πλεξίδα, αλογοουρά μαλλιών, σειρά ανθρώπων

Μεταφράσεις: ουρά

ουρά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tail, queue, the queue, tailed, the tail

ουρά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rabo, pañal, faldón, cabellera, cola, la cola, cola de, de cola, de la cola

ουρά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heck, beschatten, ende, gesäß, arsch, po, folgen, sterz, boden, hintern, jagen, schwanz, verfolgen, rest, schweif, Schwanz, Heck, Schweif, tail

ουρά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bout, empennage, fin, postérieur, natte, derrière, terme, poursuivre, extrémité, tresse, étiquette, fesses, cul, croupe, queue, pan, la queue, tail, arrière, de queue

ουρά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
coda, di coda, la coda, della coda, tail

ουρά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
rabo, cauda, rotular, da cauda, tail, de cauda

ουρά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
staart, bips, steel, zitvlak, achterste, kont, schaduwen, tail, de staart, staart van

ουρά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
свита, кончик, очередь, костыль, хвост, пола, фалда, коса, оконечность, конец, приливы, шлейф, решка, хвоста, хвостом, хвостовой, задний

ουρά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ende, hale, halen, tail

ουρά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stjärt, svans, svansen, tail, svan

ουρά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jahdata, häntä, typistää, perä, ahteri, pyrstö, hännän, tail, häntää

ουρά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hale, halen, tail

ουρά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pletenec, šos, chvost, konec, ohon, cíp, oháňka, ocas, ocasu, tail, ocasní, ocasem

ουρά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
poła, warkocz, ogon, stopka, ogonek, usterzenie, koniec, ogona, tail, ogonem

ουρά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
altáj, farok, farkát, farka, hátsó, tail

ουρά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kuyruk, dip, kuyruğu, tail, arka, yükleme

ουρά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
долівки, затихати, кіска, висліджувати, лану, хвіст, хвоста, хвост

ουρά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bisht, bishti, bishtin, bisht të, bishtin e

ουρά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
задния, опашка, опашката, на опашката, опашната

ουρά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адзаду, хвост

ουρά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kiri, saba, jälitama, tail, lihtsustatud aruandlusega, sabaga, saba ja

ουρά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izvod, rep, kraj, pička, zadnji, pizda, repa, tail, repom, stražnjeg

ουρά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hali, hala, skottið, skott, halinn

ουρά στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
penis, cauda

ουρά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
uodega, vytis, hidraulinis, uodegos, uodegą, galiniai

ουρά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vajāt, aste, astes, asti, kravas, tail

ουρά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
опашката, опашка, опаш, на опашката, фар

ουρά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
coadă, coada, cozii, spate, coada de

ουρά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
konec, rep, tail, repa, repom, repu

ουρά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chvost

Στατιστικά δημοτικότητας: ουρά

Τυχαίες λέξεις