Λέξη: κόλα

Σχετικές λέξεις: κόλα

κόλλα πέντε, κόλλα στιγμής, κόλλα χαρτί, κόλα ή κόλλα, κόλλα το, κόλλα α4, κόλα κοβριάνι, κόλλα αναφοράς, κόλλα pvc, κόλα αλβανός

Μεταφράσεις: κόλα

κόλα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
coke, packages, cola, glue, colas

κόλα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
Paquetes, Paquetes de, Paquetes a, los paquetes de, Paquete

κόλα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
koks, kokain, Packages, Pakete, Pauschalen, Arrangements

κόλα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
coco, coke, Forfaits, paquets, les forfaits, packages, les paquets

κόλα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
Pacchetti, pacchetti di, Viaggio, i pacchetti, pacchetti vacanza

κόλα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pacotes, pacotes de, embalagens, os pacotes, Pacote

κόλα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
colli, pakketten, verpakkingen, arrangementen

κόλα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
кока-кола, кокс, пакеты, Упаковки, пакетов, Упаковка

κόλα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pakker, pakkene, Pakke, Pakkereiser

κόλα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
koks, paket, paket till, paket som

κόλα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
koksi, kokaiini, Paketit, paketteja, pakettiin, Pakkauksia, Kollit

κόλα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pakker, Pakkerejser, weekendophold, og weekendophold, Kolli

κόλα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
koks, Balíčky, Balíky, Balení, Obaly, Paušální

κόλα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kokaina, koks, pakiety, opakowania, paczki, Pakunki, pakietów

κόλα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
koksz, kóla, csomagok, csomagokat, Csomagajánlat, csomagok A, csomagot

κόλα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
Paketler, Paketleri, paketi, fiyat paketleri, paketlerinin

κόλα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кокс, пакети, пакунки

κόλα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
Paketat, paketa, Pakot, Paketat e, Pakot e

κόλα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кокс, Пакети, Опаковки, опаковките, Пакетите

κόλα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пакеты, пакетаў

κόλα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koks, kokakoola, kokaiin, koksistuma, Paketid, Pakendid, pakette, Pakkeüksused, pakendeid

κόλα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
koks, koka, Paketi, Pakiranja, paketa, Pakovanja, pakete

κόλα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
koks, Pakkar, pakka, pakki, pakkningar, umbúðum

κόλα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Paketai, Pakuotės, programos, pakuočių, paketus

κόλα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kokss, paketes, Pakas, iepakojumi, iepakojumiem, Packages

κόλα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пакети, пакетите, Пакувањата, пакувања, пакети за

κόλα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cocs, Pachete, Pachetele, Pachete de, Packages, Ambalajele

κόλα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
koks, kola, paketi, paketov, tovorki, pakete, Pakiranja

κόλα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
koks, kola, balíčky, balíky, Balíček, Lunches, Sprievodcovia

Στατιστικά δημοτικότητας: κόλα

Τυχαίες λέξεις