Zakłócenie στα ελληνικά
Μετάφραση: zakłócenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενόχληση, μπελάς, αναψυχή, παρεμβολή, φασαρία, αναστάτωση, ταλαιπωρία, ενοχλώ, διάσπαση, αποδιοργάνωση, διάρρηξη, διακοπή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bylica στα ελληνικά - αρτεμίσια, Artemisia, Αρτεμισία, Αρτεμισίας, η Αρτεμισία
- dekoracyjność στα ελληνικά - διακοσμητικός, Διακοσμητικά, διακοσμητικό, διακοσμητικές, διακοσμητική
- dzióbek στα ελληνικά - στόμα, στόμιο, ράμφος, στομίου, εκροής, στόμιο εκροής, στομίου εκροής
- grząski στα ελληνικά - λασπωμένος, λασπώδης, μουλιασμένο, λασπωμένου χιονιού, ολισθηρές επιφάνειες εντός
Τυχαίες λέξεις
Zakłócenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενόχληση, μπελάς, αναψυχή, παρεμβολή, φασαρία, αναστάτωση, ταλαιπωρία, ενοχλώ, διάσπαση, αποδιοργάνωση, διάρρηξη, διακοπή
Μεταφράσεις: ενόχληση, μπελάς, αναψυχή, παρεμβολή, φασαρία, αναστάτωση, ταλαιπωρία, ενοχλώ, διάσπαση, αποδιοργάνωση, διάρρηξη, διακοπή