Zakorzeniać στα ελληνικά

Μετάφραση: zakorzeniać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρίζα, άγκυρα, ρίζας, root, ριζικό, ριζών
Zakorzeniać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • biomasa στα ελληνικά - βιομάζα, βιομάζας, της βιομάζας, τη βιομάζα, η βιομάζα
  • dochować στα ελληνικά - διασώζω, παραμένω, συντηρώ, διατηρώ, διατήρηση, τη διατήρηση, διαφύλαξη, ...
  • dodaj στα ελληνικά - θέση, ταχυδρομείο, Δημοσίευση, δημοσίευσης, των υστέρων
Τυχαίες λέξεις
Zakorzeniać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρίζα, άγκυρα, ρίζας, root, ριζικό, ριζών