Zakwitać στα ελληνικά

Μετάφραση: zakwitać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λουλούδι, άνθος, ανθίζω, λουλουδιών, λουλούδια, ανθέων
Zakwitać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezkres στα ελληνικά - άπειρο, αχανές, απεραντοσύνη, απεραντοσύνης, την απεραντοσύνη, τεράστιου
  • ciemiernik στα ελληνικά - bear's
  • identyfikacja στα ελληνικά - ταυτότητα, αναγνώριση, ταύτιση, αναγνώρισης, ταυτοποίηση, ταυτοποίησης
Τυχαίες λέξεις
Zakwitać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λουλούδι, άνθος, ανθίζω, λουλουδιών, λουλούδια, ανθέων