Zamienić στα ελληνικά
Μετάφραση: zamienić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικαθιστώ, ανταλλάσσω, αναπληρωματικός, αναπληρώνω, υποκαθιστώ, αντικαταστήσει, αντικαταστήστε, αντικατάσταση, αντικαθιστούν, αντικαταστήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- domena στα ελληνικά - κυριαρχία, αρμοδιότητα, πεδίο, περιοχή, χωράφι, κτήση, σφαίρα, ...
- dożywotnik στα ελληνικά - έχων ετήσιον εισόδημα, έχων ετήσιον, τον έχων ετήσιον εισόδημα, έχων ετήσιον εισόδημα των
- jadowitość στα ελληνικά - καταφορά, τοξικότητα, μολυσματικότηταε, λοιμικότητας, λοιμοτοξικότητα, λοιμογόνο δύναμη
Τυχαίες λέξεις
Zamienić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικαθιστώ, ανταλλάσσω, αναπληρωματικός, αναπληρώνω, υποκαθιστώ, αντικαταστήσει, αντικαταστήστε, αντικατάσταση, αντικαθιστούν, αντικαταστήσουν
Μεταφράσεις: αντικαθιστώ, ανταλλάσσω, αναπληρωματικός, αναπληρώνω, υποκαθιστώ, αντικαταστήσει, αντικαταστήστε, αντικατάσταση, αντικαθιστούν, αντικαταστήσουν