Λέξη: προσωπικότητα
Σχετικές λέξεις: προσωπικότητα
προσωπικότητα τύπου d, προσωπικότητα ετυμολογία, προσωπικότητα χαρακτήρας, προσωπικότητα και ατομικές διαφορές, προσωπικότητα συνώνυμο, προσωπικότητα ορισμός, προσωπικότητα τύπου α, προσωπικότητα τύπου β, προσωπικότητα συν, προσωπικότητα θεωρίες κλινική πρακτική και έρευνα
Συνώνυμα: προσωπικότητα
διασημότητα, εξοχότης, φήμη, χαρακτήρας, γράμμα, είδος, ήρωας μυθιστορήματος, προσωπικότης, πρόσωπο, ατομικότης, ατομικότητα
Μεταφράσεις: προσωπικότητα
προσωπικότητα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
personality, individuality, celebrity, character, personage
προσωπικότητα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
personalidad, la personalidad, de personalidad, de la personalidad, personalidad de
προσωπικότητα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
persönlichkeit, Persönlichkeit, Persönlichkeits, Person
προσωπικότητα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
caractère, individualité, figure, personnalité, la personnalité, de la personnalité, de personnalité, une personnalité
προσωπικότητα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
personalità, di personalità, la personalità, della personalità, personalità di
προσωπικότητα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
temperamento, carácter, personalidade, pessoal, índole, próprio, de personalidade, a personalidade, da personalidade
προσωπικότητα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
karakter, persoonlijkheid, geaardheid, aard, de persoonlijkheid, persoonlijkheidsstoornis, persoonlijkheid van
προσωπικότητα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
деятель, особа, персона, характер, лицо, личность, индивидуальность, личности, личностью
προσωπικότητα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
personlighet, personligheten, kjendis, personlighets
προσωπικότητα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
personlighet, person, personligheten, personlighets, personer
προσωπικότητα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
luonne, persoona, persoonallisuus, persoonallisuuden, persoonallisuutta, asema
προσωπικότητα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
personlighed, person, personligheden, personer
προσωπικότητα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
osobitost, svéráznost, osobnost, osobnosti, osobností, osobnostní
προσωπικότητα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
postawa, indywidualność, osobistość, osobowość, osobowości, osobowością, charakter
προσωπικότητα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
személyiség, személyiséggel, személyisége, személyiségét, személyiséggel rendelkezik
προσωπικότητα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kişilik, kişiliği, bir kişilik, personality
προσωπικότητα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
діяч, особистість, персона, особа, особу
προσωπικότητα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
personalitet, personaliteti, personalitetit, personaliteti i, personalitet i
προσωπικότητα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
личност, индивидуалност, личността, лице, правосубектност
προσωπικότητα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абавязковасьць, асобу, асоба, асобы
προσωπικότητα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
isiksus, isikupära, isik, isiku, isiksuse
προσωπικότητα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osobnost, identitet, ličnost, osoba, osobnosti, ličnosti
προσωπικότητα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
persónuleika, persónuleiki, persónuleikinn, persónuleikaröskun
προσωπικότητα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
persona
προσωπικότητα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
asmenybė, asmenybės, asmens, asmenybę, asmens statusą
προσωπικότητα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
personība, personības, personību, personas, personas statuss
προσωπικότητα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
личност, личноста, на личноста, карактер, лице
προσωπικότητα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
personalitate, personalitatea, personalității, de personalitate, personalitatii
προσωπικότητα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
osebnost, osebnosti, personality, osebnostne
προσωπικότητα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
osobnosť, osobnosti
Στατιστικά δημοτικότητας: προσωπικότητα
Τυχαίες λέξεις