Zamontować στα ελληνικά
Μετάφραση: zamontować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυξάνομαι, ανεβαίνω, όρος, βουνό, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει
Μεταφράσεις
- bezdeszczowy στα ελληνικά - στεγνός, ξηρός, άβροχος, χωρίς βροχή, χωρίς βροχές
- cieplarnia στα ελληνικά - κουζίνα, θερμοκήπιο, σέρρας, θερμοκήπια, θερμοκήπιο που
- gniewny στα ελληνικά - ευέξαπτος, οργισμένος, θυμωμένος, οργίλος, οξύθυμος, θυμωμένοι, θυμωμένο, ...
- instytucjonalny στα ελληνικά - Θεσμικοί, Θεσμικά, Θεσμική, Θεσμικό, Θεσμικές
Τυχαίες λέξεις
Zamontować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυξάνομαι, ανεβαίνω, όρος, βουνό, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει
Μεταφράσεις: αυξάνομαι, ανεβαίνω, όρος, βουνό, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει