Zapieczętować στα ελληνικά

Μετάφραση: zapieczętować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φώκια, βούλα, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Zapieczętować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • doktryna στα ελληνικά - δόγμα, δόγματος, θεωρία, διδασκαλία, το δόγμα
  • emulacja στα ελληνικά - άμιλλα, εξομοίωσης, εξομοίωση, προσομοίωση, προσομοίωσης
  • gdakać στα ελληνικά - πετώ, κακαρίζω, φλυαρία, γελώ, κακαρίσματα, κακάρισμα, κακάρισμά
  • głupkowatość στα ελληνικά - ανοησία, κουφότης, κουφότητα
Τυχαίες λέξεις
Zapieczętować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φώκια, βούλα, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης