Zaszczękać στα ελληνικά
Μετάφραση: zaszczękać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλαγγή, κουδούνισμα, clang, θόρυβος που έμοιαζε, αντηχώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- despotycznie στα ελληνικά - δεσποτικά, αυταρχικά
- egzogenny στα ελληνικά - εξωγενείς, εξωγενή, εξωγενών, εξωγενής, εξωγενές
- girlsa στα ελληνικά - κορίτσια, Τα κορίτσια, Girls, κορίτσια που, των κοριτσιών
- ikrzyć στα ελληνικά - γεννοβολώ, γεννώ
Τυχαίες λέξεις
Zaszczękać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλαγγή, κουδούνισμα, clang, θόρυβος που έμοιαζε, αντηχώ
Μεταφράσεις: κλαγγή, κουδούνισμα, clang, θόρυβος που έμοιαζε, αντηχώ