Zatamować στα ελληνικά
Μετάφραση: zatamować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φράγμα, κωλυσιεργώ, παρακωλύω, φραγμός, στέλεχος, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων
Μεταφράσεις
- brudas στα ελληνικά - πουτάνα, τσούλα, πόρνη, ακατάστατη γυναίκα
- chalkopiryt στα ελληνικά - χαλκοπυρίτη, χαλκοπυρίτης, ο χαλκοπυρίτης, του χαλκοπυρίτη
- defetystyczny στα ελληνικά - ηττοπαθής, ηττοπαθή, ηττοπαθείς, ηττοπαθές, ηττοπαθούς
- izolacjonizm στα ελληνικά - απομονωτισμός, απομονωτισμό, απομονωτισμού, τον απομονωτισμό, στον απομονωτισμό
Τυχαίες λέξεις
Zatamować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φράγμα, κωλυσιεργώ, παρακωλύω, φραγμός, στέλεχος, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων
Μεταφράσεις: φράγμα, κωλυσιεργώ, παρακωλύω, φραγμός, στέλεχος, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων