Zelżeć στα ελληνικά
Μετάφραση: zelżeć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοπάζω, μειώνω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- denko στα ελληνικά - υφαντής, κάτω μέρος, πυθμένας, κάτω, πυθμένα, βάση
- dotrwać στα ελληνικά - επιζώ, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο
- dusić στα ελληνικά - στύβω, καταπνίγω, καταστέλλω, στριμώχνω, σιγοβράζω, στραγγαλίζω, ζουλώ, ...
- faraon στα ελληνικά - φαραώ, του Φαραώ, pharaoh, ο Φαραώ, τον Φαραώ
Τυχαίες λέξεις
Zelżeć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοπάζω, μειώνω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση
Μεταφράσεις: κοπάζω, μειώνω, ευκολία, διευκολύνει, διευκολύνουν, διευκολυνθεί, διευκόλυνση