Zeszlifować στα ελληνικά

Μετάφραση: zeszlifować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λειαίνω, τρίβω, αλέθω, Grind, Αλέστε, άλεσμα, Λειοτριβούνται
Zeszlifować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bratowa στα ελληνικά - κουνιάδα, ανδραδέλφη, γυναικαδέλφη
  • dokumentacja στα ελληνικά - ύλη, ντοκιμαντέρ, τεκμηρίωση, τεκμηρίωσης, έγγραφα, φάκελο, εγγράφων
  • duszenie στα ελληνικά - σιγοβράζω, υποθάλπω, ασφυξία, ασφυξίας, πνιγμού, η ασφυξία
Τυχαίες λέξεις
Zeszlifować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λειαίνω, τρίβω, αλέθω, Grind, Αλέστε, άλεσμα, Λειοτριβούνται