Zmodyfikować στα ελληνικά

Μετάφραση: zmodyfikować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροποποιώ, παραλλάζω, επιμελούμαι, εκδίδω, τροποποιήσει, να τροποποιήσει, τροποποιούν, τροποποιήσετε, τροποποιήσουν
Zmodyfikować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chemosynteza στα ελληνικά - chemosynthesis
  • demagog στα ελληνικά - δημαγωγός, δημαγωγού, δημαγωγό, του δημαγωγού
  • dreptanie στα ελληνικά - τρικλοποδιά, γλιστρήσουν, ενεργοποίησης, να γλιστρήσουν, απόζευξης
  • haust στα ελληνικά - κούνια, καταπίνω, κουνώ, βύθισμα, καταρροφώ, swig, Γουλιά, ...
Τυχαίες λέξεις
Zmodyfikować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροποποιώ, παραλλάζω, επιμελούμαι, εκδίδω, τροποποιήσει, να τροποποιήσει, τροποποιούν, τροποποιήσετε, τροποποιήσουν