Επιμελούμαι στα πολωνικά

Μετάφραση: επιμελούμαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
doglądać, adiustować, opiekować, zmodyfikować, dążyć, zmierzać, pilnować, edytować, skłaniać, redagować, zredagować, kłaniać, modyfikować, montować, zmieniać, dozorować, epimeloumai
Επιμελούμαι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιμελούμαι

επιμελούμαι αρχαια, επωφελούμαι συνωνυμα, επιμελούμαι παραγωγα, επιμελούμαι σύνταξη, επιμελούμαι κλιση, επιμελούμαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, επιμελούμαι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • επιμήκυνση στα πολωνικά - elongacja, rozciągliwość, wydłużenie, wydłużenia, wydłużanie, wydłuŜenie
  • επιμελής στα πολωνικά - gorliwy, staranny, sumienny, pilny, wytrwały, pracowity, staranne, ...
  • επιμονή στα πολωνικά - upór, wytrwanie, trwałość, uporczywość, wytrwałość, wytrzymałość, samozaparcie, ...
  • επιμύθιο στα πολωνικά - moralność, morał, obyczajny, moralny, obyczajowy, następstwa, pokłosie, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιμελούμαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: doglądać, adiustować, opiekować, zmodyfikować, dążyć, zmierzać, pilnować, edytować, skłaniać, redagować, zredagować, kłaniać, modyfikować, montować, zmieniać, dozorować, epimeloumai