Znieważyć στα ελληνικά
Μετάφραση: znieważyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσβάλλω, λοιδορώ, προσβολή, οργή, προπηλακίζω, προσβολής, την προσβολή, προσβάλλουν, ύβρη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bałwański στα ελληνικά - άμυαλος, ανεγκέφαλος, ανεγκέφαλους, ανεγκέφαλο, ανεγκέφαλων, άνους
- bryk στα ελληνικά - κούνια, παχνί, φάτνη, κρεβατάκι, το παχνί
- czworoboczny στα ελληνικά - τετράπλευρο, τετραπλεύρου, τετράπλευρα, τετράπλευρη, τετράπλευρου
- dozować στα ελληνικά - δοσολογία, απονέμω, δόση, δόσης, τη δόση, της δόσης, δόσεων
Τυχαίες λέξεις
Znieważyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσβάλλω, λοιδορώ, προσβολή, οργή, προπηλακίζω, προσβολής, την προσβολή, προσβάλλουν, ύβρη
Μεταφράσεις: προσβάλλω, λοιδορώ, προσβολή, οργή, προπηλακίζω, προσβολής, την προσβολή, προσβάλλουν, ύβρη