Znosić στα ελληνικά
Μετάφραση: znosić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντηρώ, ανέχομαι, υψώνω, αντέχω, παθαίνω, κρατώ, σηκώνω, παίρνω, υποφέρω, καταστέλλω, καταργώ, ακυρώνω, ασανσέρ, καταπνίγω, εμμένω, υπομένω, κρατώ περισσότερο από, κρατώ περισσότερο, outwear, παλτα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- centralizować στα ελληνικά - συγκεντρώνει, συγκεντρώνουν, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρωτική
- drobiarski στα ελληνικά - πουλερικά, πουλερικών, τα πουλερικά, των πουλερικών, πουλερικών που
- drobnostkowy στα ελληνικά - τσιγκούνης, σημαίνω, εννοώ, παραδόπιστος, σχολαστικός
- elektorat στα ελληνικά - εκλογικό σώμα, εκλογείς, εκλογικού σώματος, ψηφοφόρους, ψηφοφόρων
Τυχαίες λέξεις
Znosić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντηρώ, ανέχομαι, υψώνω, αντέχω, παθαίνω, κρατώ, σηκώνω, παίρνω, υποφέρω, καταστέλλω, καταργώ, ακυρώνω, ασανσέρ, καταπνίγω, εμμένω, υπομένω, κρατώ περισσότερο από, κρατώ περισσότερο, outwear, παλτα
Μεταφράσεις: συντηρώ, ανέχομαι, υψώνω, αντέχω, παθαίνω, κρατώ, σηκώνω, παίρνω, υποφέρω, καταστέλλω, καταργώ, ακυρώνω, ασανσέρ, καταπνίγω, εμμένω, υπομένω, κρατώ περισσότερο από, κρατώ περισσότερο, outwear, παλτα