Zrezygnować στα ελληνικά
Μετάφραση: zrezygnować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποβάλλω, υποχωρώ, ακυρώνω, παρατάω, ματαιώνω, εγκαταλείπω, παραιτηθεί, παραιτούνται, παραιτηθούν, να παραιτηθεί, παραίτησή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezzwłoczny στα ελληνικά - υποκινώ, γοργός, ωθώ, γρήγορος, άμεσος, άμεση, άμεσο, ...
- browning στα ελληνικά - Browning, αμαύρωση, Μπράουνινγκ, αμαύρωσης, ο Browning
- farmakologia στα ελληνικά - φαρμακείο, φαρμακολογία, φαρμακολογικής, φαρμακολογίας, φαρμακολογικές, φαρμακολογική
- gładkość στα ελληνικά - ομαλότητα, απαλότητα, ομαλότητας, ομαλή, την ομαλότητα
Τυχαίες λέξεις
Zrezygnować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποβάλλω, υποχωρώ, ακυρώνω, παρατάω, ματαιώνω, εγκαταλείπω, παραιτηθεί, παραιτούνται, παραιτηθούν, να παραιτηθεί, παραίτησή
Μεταφράσεις: αποβάλλω, υποχωρώ, ακυρώνω, παρατάω, ματαιώνω, εγκαταλείπω, παραιτηθεί, παραιτούνται, παραιτηθούν, να παραιτηθεί, παραίτησή