Zsumować στα ελληνικά

Μετάφραση: zsumować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνολο, ολικός, αποδώσει, κιμωλία επάνω, αποδώσει μια, αποδώσει τη
Zsumować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antysanitarny στα ελληνικά - ανθυγιεινός, ανθυγιεινές, εκτέλεση ανθυγιεινής, ανθυγιεινής, τις ανθυγιεινές
  • dalmatyka στα ελληνικά - δαλματικής, δαλματική
  • droczyć στα ελληνικά - ξεμπλέκω, πειράζω, πειράζουν, πειράζει, πείραγμα, tease
  • higiena στα ελληνικά - ασφάλεια, υγιεινή, υγιεινής, την υγιεινή, υγιεινή των, της υγιεινής
Τυχαίες λέξεις
Zsumować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνολο, ολικός, αποδώσει, κιμωλία επάνω, αποδώσει μια, αποδώσει τη