Zwalniać στα ελληνικά

Μετάφραση: zwalniać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακουφίζω, ομιλία, μετακομίζω, πυροβολώ, εκπυρσοκρότηση, πετώ, τσάμπα, δικαιολογία, επιβραδύνω, επιστροφή, λασκάρω, γυρίζω, αφορμή, ξαλαφρώνω, εκκρίνω, δημοσιεύω, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Zwalniać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • astralny στα ελληνικά - αστρικός, αστρικό, αστρική, αστρικά, αστρικού
  • empiria στα ελληνικά - αισθησιαρχία, εμπειριοκρατία, εμπειρισμό, εμπειρισμού, εμπειρισμός
  • fotosynteza στα ελληνικά - φωτοσύνθεση, φωτοσύνθεσης, τη φωτοσύνθεση, της φωτοσύνθεσης, η φωτοσύνθεση
  • grawitować στα ελληνικά - έλκομαι, κλίνουν, έλκονται, ελθεί, έλκεται
Τυχαίες λέξεις
Zwalniać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακουφίζω, ομιλία, μετακομίζω, πυροβολώ, εκπυρσοκρότηση, πετώ, τσάμπα, δικαιολογία, επιβραδύνω, επιστροφή, λασκάρω, γυρίζω, αφορμή, ξαλαφρώνω, εκκρίνω, δημοσιεύω, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση