Zwiększenie στα ελληνικά

Μετάφραση: zwiększenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενίσχυση, αύξηση, αυξάνω, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Zwiększenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cementacja στα ελληνικά - τσιμεντοποίηση, συγκόλληση, τσιμέντωση, cementation, τσιμέντωσης
  • dominik στα ελληνικά - Dominik, Ο Dominik, τον Dominik, του Dominik, στον Dominik
  • elektrochemiczny στα ελληνικά - ηλεκτροχημική, ηλεκτροχημικές, ηλεκτροχημικό, ηλεκτροχημικής, ηλεκτροχημικών
  • homofon στα ελληνικά - ομόφωνο, ομόηχη, τον ομόφωνό, ομόφωνό
Τυχαίες λέξεις
Zwiększenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενίσχυση, αύξηση, αυξάνω, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει