Acústico στα ελληνικά
Μετάφραση: acústico, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηχητικός, ακουστικός, ακουστική, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acção στα ελληνικά - δραστηριότητα, πράξη, δράση, μοιράζομαι, διάβημα, κλήρος, αγωγή, ...
- acústica στα ελληνικά - ακουστική, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
- adaga στα ελληνικά - μαχαίρι, στιλέτο, εγχειρίδιο, σταυρό, με σταυρό
- adaptador στα ελληνικά - προσαρμογέας, προσαρμογέα, μετασχηματιστή, του προσαρμογέα, προσαρμοστή
Τυχαίες λέξεις
Acústico στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηχητικός, ακουστικός, ακουστική, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικά
Μεταφράσεις: ηχητικός, ακουστικός, ακουστική, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικά