Acalorar στα ελληνικά
Μετάφραση: acalorar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, ερεθίζω, φλογίζω, φλέγω, φλογίσει, αναζωπύρωση
Μεταφράσεις
- acalmar στα ελληνικά - ήρεμος, νηνεμία, καλμάρω, απαλύνει, καταπραΰνει, καταπραΰνουν, soothe
- acalorado στα ελληνικά - ζεστός, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
- acamar στα ελληνικά - υπολοχαγός, στρώμα, κοσμικός, τεμπέλης, ξαπλώνω, νωχελής, στρώνω, ...
- acampamento στα ελληνικά - στρατόπεδο, κατασκήνωση, στρατοπέδου, καταυλισμό, το στρατόπεδο
Τυχαίες λέξεις
Acalorar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, ερεθίζω, φλογίζω, φλέγω, φλογίσει, αναζωπύρωση
Μεταφράσεις: ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, ερεθίζω, φλογίζω, φλέγω, φλογίσει, αναζωπύρωση