Apetite στα ελληνικά
Μετάφραση: apetite, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρεξη, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aperte στα ελληνικά - σφίγγω, σφίξτε, σφίξετε, σφίγγετε, βιδώστε, ενισχύσει
- aperto στα ελληνικά - στύβω, χαλίκι, καταδότης, πόα, άμμος, στριμώχνω, συλλαμβάνω, ...
- apinhar στα ελληνικά - πίεση, πλήθος, πλήθους, κοινό, κόσμος, του πλήθους
- aplanar στα ελληνικά - μοχλός, επίπεδο, λείος, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο
Τυχαίες λέξεις
Apetite στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρεξη, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή
Μεταφράσεις: όρεξη, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή