Arbitrário στα ελληνικά
Μετάφραση: arbitrário, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arbitral στα ελληνικά - διαιτητικό, διαιτητικών, διαιτητικού, διαιτητική, διαιτησίας
- arbitrar στα ελληνικά - αποφασίζω, διαιτητεύουν, διαιτησία, διαιτητεύσει, διαιτητεύει, διαιτησίας
- arbusto στα ελληνικά - θάμνος, δέντρο, Μπους, θάμνο, ο Μπους, του Μπους
- arbustos στα ελληνικά - θάμνος, Απολέπιση, scrub, τρίβει, θαμνώνες, τρίψτε
Τυχαίες λέξεις
Arbitrário στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο
Μεταφράσεις: αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο