Arrepio στα ελληνικά
Μετάφραση: arrepio, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κραδασμός, σοκ, ανατριχίλα, τουρτουρίζω, κρούση, ριγώ, ψύχρα, chill, ψύξης, ψύξεως, χαλάρωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arrendatário στα ελληνικά - αγρότης, ενοικιαστής, ένοικος, μισθωτή, ενοικιαστή, μισθωτής
- arrependimento στα ελληνικά - μετάνοια, μετάνοιας, μετανοίας, τη μετάνοια, η μετάνοια
- arriscado στα ελληνικά - επικίνδυνος, ριψοκίνδυνος, επικίνδυνη, επικίνδυνο, επικίνδυνες, ριψοκίνδυνη
- arriscar στα ελληνικά - κίνδυνος, αποτολμώ, διακυβεύω, αντίζηλος, παραβγαίνω, αντίπαλος, ριψοκινδυνεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Arrepio στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κραδασμός, σοκ, ανατριχίλα, τουρτουρίζω, κρούση, ριγώ, ψύχρα, chill, ψύξης, ψύξεως, χαλάρωσης
Μεταφράσεις: κραδασμός, σοκ, ανατριχίλα, τουρτουρίζω, κρούση, ριγώ, ψύχρα, chill, ψύξης, ψύξεως, χαλάρωσης