Κρούση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κρούση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
melindrar, arrepio, chocar, choque, percussão, de percussão, da percussão, a percussão, percussion
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρούση
ορμή κρούση, πλάγια κρούση, κρούση ομάδα κρουστών, κρούση φυσική, κρούση και ταλάντωση, κρούση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κρούση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κρουνός στα πορτογαλικά - bica, bico, bico de, spout, bica de
- κρουσταλλιάζω στα πορτογαλικά - liberdade, parada, gelar, frio, congelação, geada, kroustalliazo
- κρούστα στα πορτογαλικά - crosta, côdea, massa, crosta de, a crosta
- κρούσταλλο στα πορτογαλικά - Kroustallo
Τυχαίες λέξεις
Κρούση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: melindrar, arrepio, chocar, choque, percussão, de percussão, da percussão, a percussão, percussion
Μεταφράσεις: melindrar, arrepio, chocar, choque, percussão, de percussão, da percussão, a percussão, percussion