Auscultar στα ελληνικά
Μετάφραση: auscultar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήχος, σούπα, φωνή, γερός, auscultate
Μεταφράσεις
- aurora στα ελληνικά - πρωί, αυγή, Aurora, σέλας, αυγής, Αουρόρα
- auscultador στα ελληνικά - ακουστικά, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικού, του ακουστικού
- ausente στα ελληνικά - απών, απουσιάζει, απούσα, απουσιάζουν, απουσίας
- austero στα ελληνικά - αυστηρός, σοβαρός, δριμύς, σέρτικος, απέριττος, λιτός, αυστηρό, ...
Τυχαίες λέξεις
Auscultar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήχος, σούπα, φωνή, γερός, auscultate
Μεταφράσεις: ήχος, σούπα, φωνή, γερός, auscultate