Basear στα ελληνικά

Μετάφραση: basear, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάθρο, ευτελής, βάση, βάσης, βάσεως, βασικό, βάσεων
Basear στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • barómetro στα ελληνικά - βαρόμετρο, το βαρόμετρο, βαρομέτρου, βαρόμετρου, βαρόμετρο για
  • base στα ελληνικά - προσαράσσω, γη, βάση, έδαφος, βάσης, βάσεως, βασικό, ...
  • bastante στα ελληνικά - νισάφι, πολλά, επαρκής, επαρκώς, κατανέμω, άφθονος, πολλοί, ...
  • bastar στα ελληνικά - επαρκώ, αρκεί, επαρκεί, επαρκούν, αρκούν, αρκεί για
Τυχαίες λέξεις
Basear στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάθρο, ευτελής, βάση, βάσης, βάσεως, βασικό, βάσεων