Cardíaco στα ελληνικά
Μετάφραση: cardíaco, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκάρδιος, καρδιακός, καρδιακή, καρδιακής, καρδιακών, καρδιακές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- carcaça στα ελληνικά - κουφάρι, ψοφίμι, σκελετός, πτώμα, σφαγίου, σφάγιο
- cardápio στα ελληνικά - κάρτα, μενού, το μενού, menu, του μενού, μενού του
- careca στα ελληνικά - καραφλός, φαλακρός, πάνω προς τα κάτω, κορυφή προς, την κορυφή προς, κορυφή προς τη
- carecer στα ελληνικά - υστέρημα, έλλειψη, απαιτούν, απαιτεί, απαιτήσει, αναγκαία, απαιτούσε
Τυχαίες λέξεις
Cardíaco στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκάρδιος, καρδιακός, καρδιακή, καρδιακής, καρδιακών, καρδιακές
Μεταφράσεις: εγκάρδιος, καρδιακός, καρδιακή, καρδιακής, καρδιακών, καρδιακές