Carruagem στα ελληνικά
Μετάφραση: carruagem, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στήνω, βαγόνι, βροχή, εξοπλίζω, άμαξα, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- carrossel στα ελληνικά - καρουσέλ, καρουζέλ, carousel, κυκλοφερές, κυκλοφερούς
- carroça στα ελληνικά - χειράμαξα, κουβαλώ, αραμπάς, καλάθι
- carta στα ελληνικά - μαρούλι, γράμμα, επιστολή, έγγραφο, επιστολής
- cartaz στα ελληνικά - παρατηρώ, πίνακας, αφίσα, μέρος, τόπος, λογαριασμός, κάρτα, ...
Τυχαίες λέξεις
Carruagem στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στήνω, βαγόνι, βροχή, εξοπλίζω, άμαξα, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά
Μεταφράσεις: στήνω, βαγόνι, βροχή, εξοπλίζω, άμαξα, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά