Compartir στα ελληνικά
Μετάφραση: compartir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο
Μεταφράσεις
- compartilhar στα ελληνικά - μοιράζω, μοιράζομαι, κλήρος, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, ...
- compartimento στα ελληνικά - μέρος, μαγεία, τμήμα, τομή, ρώμη, περιοδικό, μαγικός, ...
- compasso στα ελληνικά - πυξίδα, μέτρο, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
- compatriota στα ελληνικά - συμπατριώτης, συμπατριώτη, τον συμπατριώτη, ο συμπατριώτης, συμπατριώτη του
Τυχαίες λέξεις
Compartir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο
Μεταφράσεις: μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο