Complicar στα ελληνικά

Μετάφραση: complicar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιπλέκω, περιπλέκουν, περιπλέξουν, περιπλέξει, περιπλέκει, να περιπλέξει
Complicar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • completo στα ελληνικά - ολικός, μεστός, ολόκληρος, απόλυτος, περατώνω, ολοκληρώνω, γεμάτος, ...
  • complexo στα ελληνικά - σύνθετος, πολύπλοκος, πολυσύνθετος, περίπλοκος, συγκρότημα, σύμπλεγμα, πολύπλοκες, ...
  • componente στα ελληνικά - συστατικός, συντελεστής, εξάρτημα, στοιχείο, παράγοντας, συστατικό, συνιστώσα, ...
  • compor στα ελληνικά - συγκροτώ, αποτελώ, συνθέτω, συνθέτουν, συνθέσετε, συνθέσει, απαρτίζουν
Τυχαίες λέξεις
Complicar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιπλέκω, περιπλέκουν, περιπλέξουν, περιπλέξει, περιπλέκει, να περιπλέξει