Concluir στα ελληνικά

Μετάφραση: concluir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνάγω, συμπεραίνομαι, τελειώνω, καταλήγω, συμπεραίνω, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Concluir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • conciliar στα ελληνικά - συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
  • conciso στα ελληνικά - συνοπτικός, περιεκτικός, συνοπτική, συνοπτικό, συνοπτικές
  • conclusão στα ελληνικά - άθλημα, συνέπεια, αποτέλεσμα, κατάληξη, τεύχος, θέμα, έκβαση, ...
  • concordar στα ελληνικά - αποδέχομαι, αμπάρι, συγκατανεύω, συμφωνώ, αρμονία, ομόνοια, κρατώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Concluir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνάγω, συμπεραίνομαι, τελειώνω, καταλήγω, συμπεραίνω, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί