Condição στα ελληνικά

Μετάφραση: condição, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάσταση, θέση, πάθηση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
Condição στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • condicionar στα ελληνικά - πάθηση, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
  • condimentar στα ελληνικά - καρύκευμα, καρυκεύω, μπαχαρικό, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περίοδο, ...
  • conduta στα ελληνικά - προσχώνω, ίζημα, διαγωγή, φέρσιμο, διεξάγω, συμπεριφορά, επαναθέτω, ...
  • condutas στα ελληνικά - σωλήνας, αυλός, πίπα, σωλήνωση, συμπεριφορά, συμπεριφοράς, δεοντολογίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Condição στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάσταση, θέση, πάθηση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος