Defraudar στα ελληνικά
Μετάφραση: defraudar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζαβολιάρης, φενακίζω, κλέβω, κουνώ, κούνια, εξαπάτηση, εξαπατήσουν, εξαπάτησης, την εξαπάτηση, σκοπό την εξαπάτηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- definição στα ελληνικά - διευθετώ, παρεκκλίνω, λύνω, ορισμός, αποφασίζω, εκτρέπω, ορισμό, ...
- deformar στα ελληνικά - φενακίζω, παραμόρφωση, παραμορφώνεται, παραμορφωθεί, παραμορφώνονται, παραμορφώνουν
- defumar στα ελληνικά - ευωδιά, άρωμα, καπνός, καπνού, καπνό, καπνιστών τροφίμων, αιθάλης
- defunto στα ελληνικά - ισχυρός, λείψανα, ερείπια, αλύγιστος, άργιλος, άκαμπτος, πτώμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Defraudar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζαβολιάρης, φενακίζω, κλέβω, κουνώ, κούνια, εξαπάτηση, εξαπατήσουν, εξαπάτησης, την εξαπάτηση, σκοπό την εξαπάτηση
Μεταφράσεις: ζαβολιάρης, φενακίζω, κλέβω, κουνώ, κούνια, εξαπάτηση, εξαπατήσουν, εξαπάτησης, την εξαπάτηση, σκοπό την εξαπάτηση