Desamparar στα ελληνικά
Μετάφραση: desamparar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρατάω, εγκαταλείπω, εγκαταλείψουμε, εγκαταλείψουν, εγκαταλείψει, να εγκαταλείψει, εγκαταλείπουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- desalojar στα ελληνικά - ανησυχία, τρόμος, κατατρομάζω, εκτοπίζω, αποσπάσει, αποκολληθούν, αποκολληθούν τα, ...
- desamontoar στα ελληνικά - τοπίο, διασπείρω, διασκορπίζω, σκορπίζω, διασκορπίζομαι, σκηνή
- desanime στα ελληνικά - αποθαρρύνω, αποθαρρύνονται, αποθαρρύνεται, αποθάρρυνε, αποθαρρύνει, αποθαρρυνθεί
- desaparecer στα ελληνικά - εξαφανίζομαι, απογοητεύω, εξαφανίζονται, εξαφανιστούν, εξαφανιστεί, εξαφανίζεται, να εξαφανιστούν
Τυχαίες λέξεις
Desamparar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρατάω, εγκαταλείπω, εγκαταλείψουμε, εγκαταλείψουν, εγκαταλείψει, να εγκαταλείψει, εγκαταλείπουν
Μεταφράσεις: παρατάω, εγκαταλείπω, εγκαταλείψουμε, εγκαταλείψουν, εγκαταλείψει, να εγκαταλείψει, εγκαταλείπουν