Despir στα ελληνικά
Μετάφραση: despir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γδύνομαι, γδύνω, άνεργος, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι
Μεταφράσεις
- despesas στα ελληνικά - δαπάνες, δαπάνη, ακριβός, έξοδα, εξόδων, δαπανών, τα έξοδα
- despido στα ελληνικά - όνομα, τσίτσιδος, γυμνός, ονομάζω, ονομασία, γυμνό, γυμνή, ...
- despistar στα ελληνικά - ματαιώνω, διπλώνω, πτυχή, αποτρέπω, καταστρατηγώ, ξεγελάσει, outwit, ...
- despontar στα ελληνικά - απότομος, μονοκόμματος, αμβλύς, αυγή, την αυγή, αυγής, ξημερώματα, ...
Τυχαίες λέξεις
Despir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γδύνομαι, γδύνω, άνεργος, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι
Μεταφράσεις: γδύνομαι, γδύνω, άνεργος, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι