Desvantajoso στα ελληνικά
Μετάφραση: desvantajoso, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαφανίζομαι, μειονεκτικός, μειονεκτική, μειονέκτημα, μειονεκτικό, δυσμενή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- desvaneça-se στα ελληνικά - αποτυγχάνω, ξεθωριάζω, σβήνουν-, ξεθώριασμα, αντοχή στο ξεθώριασμα, στο ξεθώριασμα
- desvantagem στα ελληνικά - μειονέκτημα, μειονεκτική θέση, μειονεκτική, βάρος, μειονεκτήματα
- desvendar στα ελληνικά - ανακαλύπτω, αποκαλύπτω, παρουσιάσει, αποκαλύψει, αποκαλύψουν, παρουσιάσω
- desviar στα ελληνικά - φάλτσο, λοξοδρομώ, συσκευή, εκτρέπομαι, τέχνασμα, μηχάνημα, εκτρέψει, ...
Τυχαίες λέξεις
Desvantajoso στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαφανίζομαι, μειονεκτικός, μειονεκτική, μειονέκτημα, μειονεκτικό, δυσμενή
Μεταφράσεις: εξαφανίζομαι, μειονεκτικός, μειονεκτική, μειονέκτημα, μειονεκτικό, δυσμενή