Dirimir στα ελληνικά

Μετάφραση: dirimir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφασίζω, υπολογίζω, καθορίζω, προσδιορίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Dirimir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • direito στα ελληνικά - ευθύς, σωστός, δικαίωμα, σκηνοθετώ, κατεύθυνση, δεξιός, ίσιος, ...
  • dirigir στα ελληνικά - φροντίζω, μεταχειρίζομαι, καταφέρνω, χειρίζομαι, κατεύθυνση, οδηγός, διευθύνω, ...
  • disciplina στα ελληνικά - αποκαλύπτω, πειθαρχώ, πειθαρχία, πειθαρχίας, την πειθαρχία, η πειθαρχία
  • disciplinar στα ελληνικά - πειθαρχώ, πειθαρχία, αποκαλύπτω, πειθαρχικός, πειθαρχική, πειθαρχικές, πειθαρχικής, ...
Τυχαίες λέξεις
Dirimir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφασίζω, υπολογίζω, καθορίζω, προσδιορίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση