Προσδιορίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: προσδιορίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fixar, deliberar, julgar, determinar, dirimir, deteriorar, decidir, defesa, definir, determino, eu determino, posso determinar, I determinam, posso saber
Προσδιορίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσδιορίζω

προσδιορίζω συνώνυμα, προσδιορίζω μετάφραση, προσδιορίζω αγγλικά, προσδιορίζω γαλλικά, προσδιορίζω ορισμος, προσδιορίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προσδιορίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • προσγειώνω στα πορτογαλικά - terras, nação, solo, solos, povo, aterrar, gente, ...
  • προσδένω στα πορτογαλικά - amarre, lua, amarrar, dificuldade, puxão, engate, hitch, ...
  • προσδοκία στα πορτογαλικά - espere, espera, esperar, expectativa, expectativas, expectativa de, confiança, ...
  • προσδοκώ στα πορτογαλικά - aguardar, espere, expatriar, esperar, espera, esperam, esperamos
Τυχαίες λέξεις
Προσδιορίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fixar, deliberar, julgar, determinar, dirimir, deteriorar, decidir, defesa, definir, determino, eu determino, posso determinar, I determinam, posso saber