Efeito στα ελληνικά

Μετάφραση: efeito, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πίστη, γεγονός, έκβαση, θέμα, άποψη, αποτέλεσμα, πεποίθηση, αίσθημα, εντύπωση, αποτελεσματικός, επίπτωση, σημασία, άθλημα, αντίληψη, γνώμη, τεύχος, επίδραση, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις
Efeito στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • efectivo στα ελληνικά - αληθινός, πραγματικός, αποτελεσματικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
  • efectuar στα ελληνικά - αποτελεσματικός, εκτελέσει, εκτελούν, εκτελεί, να εκτελέσει, εκτέλεση
  • efeitos στα ελληνικά - άθλημα, τεύχος, επίπτωση, γεγονός, θέμα, κατάληξη, έκβαση, ...
  • eficaz στα ελληνικά - προσπάθεια, αποτελεσματικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
Τυχαίες λέξεις
Efeito στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πίστη, γεγονός, έκβαση, θέμα, άποψη, αποτέλεσμα, πεποίθηση, αίσθημα, εντύπωση, αποτελεσματικός, επίπτωση, σημασία, άθλημα, αντίληψη, γνώμη, τεύχος, επίδραση, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις