Embalsamar στα ελληνικά
Μετάφραση: embalsamar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταριχεύω, βαλσαμώνω, βαλσάμωναν, βαλσαμώνουν, ταρίχευση, βαλσάμωναν τα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- embaixador στα ελληνικά - πρεσβευτής, πρέσβης, πρεσβευτή, πρέσβη, πρεσβευτής της
- embalar στα ελληνικά - πακέτο, κατακλύζω, συσκευάζω, τράπουλα, βράχος, βράχο, ροκ, ...
- embandeirar στα ελληνικά - μπαϊράκι, φόρεμα, ντύνω, σημαία, ντύνομαι, λάβαρο, σημαίας, ...
- embaraçar στα ελληνικά - πρεσβεία, πτοώ, εμποδίζω, στενοχωρώ, φέρουν σε δύσκολη θέση, φέρω σε δύσκολη θέση, έφερναν σε δύσκολη θέση
Τυχαίες λέξεις
Embalsamar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταριχεύω, βαλσαμώνω, βαλσάμωναν, βαλσαμώνουν, ταρίχευση, βαλσάμωναν τα
Μεταφράσεις: ταριχεύω, βαλσαμώνω, βαλσάμωναν, βαλσαμώνουν, ταρίχευση, βαλσάμωναν τα