Ταριχεύω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ταριχεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
embalsamar, emancipar, escabeche, salmoura, mergulhar em água, atirar para a água, encharcar
Ταριχεύω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταριχεύω

ταριχεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ταριχεύω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ταραχή στα πορτογαλικά - captura, orgia, motim, bacanal, prisão, enxaguar, tumulto, ...
  • ταραχώδης στα πορτογαλικά - turbulento, turbulenta, turbulência, turbulentos, turbulent
  • ταρσικός στα πορτογαλικά - tarsal, do tarso, tarso, tarsal do, társico
  • τασάκι στα πορτογαλικά - cinzeiro, cinzeiro de, do cinzeiro, ashtray
Τυχαίες λέξεις
Ταριχεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: embalsamar, emancipar, escabeche, salmoura, mergulhar em água, atirar para a água, encharcar