Emergência στα ελληνικά
Μετάφραση: emergência, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποικώ, αποδημώ, επείγον, έκτακτης ανάγκης, επείγουσα, ανάγκης, επείγουσας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- emende στα ελληνικά - αναφέρω, επισκευάζω, αναφορά
- emergir στα ελληνικά - αναδύονται, αναδυθεί, προκύπτουν, προκύψουν, προκύψει
- emigrante στα ελληνικά - μεταναστεύω, μετανάστης, αποδημώ, απόδημος, μετανάστη, απόδημου, αποδήμων
- emigrar στα ελληνικά - αποδημώ, αποικώ, μεταναστεύσουν, μεταναστεύουν, μεταναστεύσει, μετανάστευση, μεταναστεύει
Τυχαίες λέξεις
Emergência στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποικώ, αποδημώ, επείγον, έκτακτης ανάγκης, επείγουσα, ανάγκης, επείγουσας
Μεταφράσεις: αποικώ, αποδημώ, επείγον, έκτακτης ανάγκης, επείγουσα, ανάγκης, επείγουσας