Encharcar στα ελληνικά
Μετάφραση: encharcar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατακλύζω, πλημμυρίζω, πλημμύρες, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ενυδατώστε, μουλιάστε
Μεταφράσεις
- encerar στα ελληνικά - κερί, τρόπος, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
- encerrar στα ελληνικά - τέλος, τερματισμός, ολόκληρος, τελειώνω, ολοκληρώνω, περατώνω, κοντά, ...
- encher στα ελληνικά - γεμίζω, καταλαμβάνω, παίρνω, αύξηση, ανατέλλω, ορθώνομαι, αυξάνομαι, ...
- enciclopédia στα ελληνικά - τελειώνω, τέλος, εγκυκλοπαιδεία, εγκυκλοπαίδεια, Encyclopedia, εγκυκλοπαίδειας, εγκυκλοπαίδεια και
Τυχαίες λέξεις
Encharcar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατακλύζω, πλημμυρίζω, πλημμύρες, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ενυδατώστε, μουλιάστε
Μεταφράσεις: κατακλύζω, πλημμυρίζω, πλημμύρες, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ενυδατώστε, μουλιάστε