Engarrafar στα ελληνικά
Μετάφραση: engarrafar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπουκάλι, εμφιαλώνω, φιάλη, φιάλης, φιαλών, φιαλίδιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- enganchar στα ελληνικά - στεφάνι, αγκιστρώνω, γάντζος, άγκιστρο, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
- engano στα ελληνικά - παρεξήγηση, απάτη, φάρσα, εξαπάτηση, hoax, κοροϊδία
- engasgar στα ελληνικά - φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ
- engendrar στα ελληνικά - προϊόν, προσκομίζω, παράγω, προκαλέσει, γεννούν, προκαλούσε, να προκύψει
Τυχαίες λέξεις
Engarrafar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπουκάλι, εμφιαλώνω, φιάλη, φιάλης, φιαλών, φιαλίδιο
Μεταφράσεις: μπουκάλι, εμφιαλώνω, φιάλη, φιάλης, φιαλών, φιαλίδιο