Enlameado στα ελληνικά
Μετάφραση: enlameado, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λασπώδης, λασπωμένος, ιλυώδης, θολός, λασπώδη, λασπωμένο
Μεταφράσεις
- enjoado στα ελληνικά - ακάθαρτος, βρώμικος, απαίσιος, βρόμικος, ανέντιμος, αναγουλιάζων, ναυτιών, ...
- enjoar στα ελληνικά - ναυτιλία, αηδιάζω, αναγουλιάζω, ναυτιώ, αηδία, προκαλώ αηδία
- enlatar στα ελληνικά - κονσέρβα, κασσίτερος, Cann
- enlaçar στα ελληνικά - μεσαίος, συνδέω, έλλειψη, γραβάτα, βιβλιοδετώ, πεδικλώνω, ενώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Enlameado στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λασπώδης, λασπωμένος, ιλυώδης, θολός, λασπώδη, λασπωμένο
Μεταφράσεις: λασπώδης, λασπωμένος, ιλυώδης, θολός, λασπώδη, λασπωμένο