Προκατάληψη στα αγγλικά
Μετάφραση: προκατάληψη, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bias, preconception, prejudice, prejudices
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: προκατάληψη
bias
- προκατάληψη
- κλίση
- προτίμηση
- δυναμικό πολώσεως
- ικτερός
- χτύση
- προκατάληψη
- φθόνος
- προκατάληψη
- ζημιά
- ζημιογόνος πράξη
- πρόληψη
- προκατάληψη
- προδίκαση
- πρόωρη κρίση
- προκατάληψη
- προδίκαση
- πρόωρη κρίση
Σχετικές λέξεις: προκατάληψη
προκατάληψη συνώνυμα, προκατάληψη ορισμός, προκατάληψη και στερεότυπα, προκατάληψη ετυμολογία, προκατάληψη έννοια, προκατάληψη λεξικό γλώσσας αγγλικά, προκατάληψη στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- προικοδότηση στα αγγλικά - endowment, endowing, allocation for, endowment of, allocation of EUR
- προκαλώ στα αγγλικά - provoke, cause, challenge, induce, dare, defy, beget
- προκαταβάλλω στα αγγλικά - advance, prokatavallo
- προκαταλαμβάνω στα αγγλικά - anticipate, prepossess, bias
Τυχαίες λέξεις
Προκατάληψη στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: bias, preconception, prejudice, prejudices
Μεταφράσεις: bias, preconception, prejudice, prejudices